Μυρμιδών

Μυρμιδών
Μυρμιδών
masc nom/voc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Μυρμιδόνα — Μυρμιδών masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυρμιδόνι — Μυρμιδών masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυρμιδόνος — Μυρμιδών masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυρμιδόνες — Αρχαίος λαός της Θεσσαλίας με κέντρο τη Φθία, ο οποίος ακολούθησε τον Αχιλλέα στην Τρωική εκστρατεία. Μια μεταγενέστερη αιγινητική παράδοση αναφέρει ότι οι Μ. κατάγονταν από την Αίγινα και ότι ήταν απόγονοι του Πηλέα, γιου του βασιλιά του νησιού… …   Dictionary of Greek

  • Μυρμιδόνας — Μυρμιδόνες masc acc pl Μυρμιδών masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυρμιδόνες — masc nom/voc pl Μυρμιδών masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυρμιδόνεσιν — Μυρμιδόνες masc dat pl Μυρμιδών masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυρμιδόνεσσι — Μυρμιδόνες masc dat pl (epic aeolic) Μυρμιδών masc dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυρμιδόνεσσιν — Μυρμιδόνες masc dat pl (epic aeolic) Μυρμιδών masc dat pl (epic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυρμιδόνων — Μυρμιδόνες masc gen pl Μυρμιδών masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”